Current track

Title

Artist

[qt-onairmini][qt-upcomingmini]

 

[qt-onairmini][qt-upcomingmini]

 

[ad_1]

Το χιούμορ, η σάτιρα και η πρωτότυπη ζωντανή μουσική γίνονται όπλο του θιάσου για να μας αφηγηθεί την ιστορία του τέλους μιας πόλης όπως τη γνώρισαν οι ήρωες του διηγήματος. Ο «ντόπιος και ευυπόληπτος πολίτης» Τσιάγαλος θεωρεί αντίπαλό του τον «ξενομερίτη και μυστήριο» Σπούργο χωρίς να αντιλαμβάνεται πως το μέλλον καθορίζεται από «αλλού». Η παράσταση “Το Τέλος της Μικρής μας Πόλης” αναδεικνύει ένα τέλος που επανέρχεται ασταμάτητα κι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό αγνοούν το ρόλο τους.

«Το κείμενο, η διασκευή καθώς και η σκηνοθεσία της παράστασης δεν έχει να κάνει μόνο με το περιεχόμενο του διηγήματος αλλά και με την ίδια την γραφή του Δημήτρη Χατζή. Όπως σημειώνει ο Στέφανος Ροζάνης, τους ήρωές του τους “συμπονά”, τον κάνουν να θλίβεται, νιώθει στοργικά απέναντί τους, αλλά παρά ταύτα κρατά την απόστασή του από το δράμα τους, επειδή ίσια ίσια νιώθει ότι ο τόπος τους δεν είναι ο δικός του τόπος, διότι ο δικός του τόπος και ταυτόχρονα ο δικός του τρόπος είναι να είναι “ξένος μέσα στον εαυτό του” και κατά συνέπεια να παραμένει ξένος σε αυτή την απελπισία που τον περιβάλλει και για την οποία “υποφέρει”, αλλά από μια ψυχική θέση “αλλού”.

Αυτό ακριβώς το «αλλού» είναι που συγκρατεί το παράδοξο των αφηγήσεων του Χατζή και είναι αυτό που κάνει τα λογοτεχνικά κριτήρια να υποχωρούν μπροστά στην πλήρη επικράτησή του, μιας και οι κειμενικοί τρόποι δεν μπορούν να χρησιμεύσουν για την ερμηνεία τού «αλλού», που η ύπαρξή του από μόνη της συνθέτει έναν παράδοξο τόπο και για τους ήρωες και για τη γραφή τους» αναφέρει ο σκηνοθέτης της παράστασης, Ορέστης Τάτσης.

Αυτό το «αλλού» είναι που καθιστά θεατρική τη γραφή του Δημήτρη Χατζή. Αυτή η απόσταση μας οδήγησε σε μια σύγχρονη «μπρεχτική» προσέγγιση για τη δημιουργία της παράστασης με την καθοριστική συμβολή της μουσικής και των τραγουδιών. Τραγουδάμε και παίζουμε «Το τέλος της μικρής μας πόλης» με ελπίδα την «αναγέννηση».

Λίγα λόγια για τον Δημήτρη Χατζή

Ο Δημήτρης Χατζής (13 Νοεμβρίου 1913 – 20 Ιουλίου 1981) ήταν Έλληνας συγγραφέας, ιστορικός, δημοσιογράφος και αντιστασιακός. Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Ο πατέρας του, Γεώργιος Χατζής, ήταν διηγηματογράφος, λόγιος και παλαμικός ποιητής, γνωστός με το ψευδώνυμο Πελλερέν. Ήταν επίσης εκδότης της εφημερίδας “Ήπειρος”. Ο Δημήτρης Χατζής παρακολούθησε εγκύκλια μαθήματα στην Ιόνιο Σχολή της Αθήνας μαζί με τον αδερφό του τον Άγγελο, τα οποία όμως διέκοψε μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του,(1930 μ.Χ.) και επέστρεψε στην γενετείρα του. Εκεί ανέλαβε τη συνέχιση της έκδοσης της εφημερίδας και τη συντήρηση της οικογενείας του. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στη Ζωσιμαία Σχολή και γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Τις σπουδές του δεν τις ολοκλήρωσε ποτέ λόγω οικονομικών δυσχερειών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Το 1936 συνελήφθη από την Δικτατορία της 4ης Αυγούστου και μετά από βασανιστήρια εξορίστηκε στη Φολέγανδρο. Λίγους μήνες αργότερα αφέθηκε ελεύθερος και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 κατατάχθηκε στον στρατό αλλά δεν στάλθηκε στο μέτωπο. Την περίοδο της Κατοχής, συμμετείχε στη λειτουργία του παράνομου τυπογραφείου του ΕΑΜ στην Καλλιθέα αρθρογραφώντας και διορθώνοντας άρθρα σε εφημερίδες όπως η Ελεύθερη Ελλάδα και ο Απελευθερωτής. Αρθρογραφούσε ακόμη στον επίσης παράνομο Ριζοσπαστη. Εργάστηκε επίσης στο τυπογραφείο του βουνού. Το 1947 επιστρατεύτηκε στα Ιωάννινα, ενώ το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς εξορίστηκε στην Ικαρία. Το Μάρτιο του επόμενου έτους εντάχτηκε στο Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας δημοσιεύοντας ανταποκρίσεις και διηγήματα στα έντυπά του. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους έμαθε την καταδίκη του αδερφού του Άγγελου από το Έκτακτο Στρατοδικείο και την εκτέλεσή του. Μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, το Έκτακτο Στρατοδικείο τον καταδίκασε «δις εις θάνατον» για λιποταξία και έτσι αναγκάστηκε να καταφύγει στο εξωτερικό. Πρώτοι του σταθμοί ήταν η Ουγγαρία και η Ρουμανία. Στη Βουδαπέστη σπούδασε βυζαντινή και μεταβυζαντινή ιστορία και λογοτεχνία, ενώ αρθρογραφούσε και στην εφημερίδα του κομμουνιστικού κόμματος. Ο βυζαντινολόγος Ιούλιος Μοράβσικ τον βοήθησε να κερδίσει υποτροφία για την Ακαδημία Επιστημών του Ανατολικού Βερολίνου, όπου εργάστηκε ως ερευνητής. Το 1962 ολοκληρώνει στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου τη διατριβή του με θέμα «Μονωδίες για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους». Το ίδιο έτος επέστρεψε στη Βουδαπέστη, όπου διορίστηκε βοηθός στην έδρα της Βυζαντινής Φιλολογίας, και ίδρυσε το Νεοελληνικό Ινστιτούτο. Παράλληλα επιμελήθηκε την έκδοση έργων νεοελληνικής λογοτεχνίας στην ουγγρική γλώσσα. Μετά τα γεγονότα του Μάη του ’68, θέλησε να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Η αστυνομία όμως τον πίεζε να ζητήσει πολιτικό άσυλο, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στη Βουδαπέστη. Αρνήθηκε ωστόσο να λάβει την ουγγρική υπηκοότητα παρά τις προτάσεις που του έγιναν, παραμένοντας άπατρις. Μετά την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών, επέστρεψε το Νοέμβριο του 1974 στην Ελλάδα. Αναγκάστηκε όμως να εγκαταλείψει ξανά τη χώρα λόγω της μη νομοθετικής ρύθμισης σχετικά με την καταδίκη του. Τον Ιούνιο του επόμενου έτους, του δόθηκε χάρη και επέστρεψε οριστικά στην πατρίδα του. Το ακαδημαϊκό έτος 1975–1976 προσκλήθηκε να διδάξει νεοελληνικό πολιτισμό και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Η μη επικύρωση του διορισμού του λόγω των μη εκπληρωμένων στρατιωτικών του υποχρεώσεων είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή των μαθημάτων αλλά και διαδηλώσεις των φοιτητών. Από το 1975 έδωσε πλήθος διαλέξεων και συμμετείχε σε πολλές δημόσιες συζητήσεις. Από το 1980 μέχρι το θάνατό του εξέδωσε το περιοδικό Το Πρίσμα. Στην ίδια χρονιά δίδαξε Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Ωδείου Αθηνών. Παντρεύτηκε με την αρχαιολόγο Καίτη Αργυροκαστρίτου και απέκτησαν μία κόρη, την Αγγελίνα. Το Μάρτιο του 1981, προσβλήθηκε από καρκίνο των βρόγχων. Πέθανε τέσσερις μήνες αργότερα, στις 20 Ιουλίου του 1981 σε σπίτι φίλων του στη Σαρωνίδα. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1946 με το μυθιστόρημα Φωτιά. Το 1952 κυκλοφόρησε η συλλογή διηγημάτων Το τέλος της μικρής μας πόλης, βιβλίο το οποίο θεωρείται το σημαντικότερο έργο του.

Λίγα λόγια για τον Ορέστη Τάτση

Ο Ορέστης Τάτσης γεννήθηκε στα Γιάννενα. Είναι σκηνοθέτης και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του πολιτιστικού οργανισμού «Ρέον». Σπούδασε στην Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Φ.Π.Ψ.). Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην Πολιτιστική Διαχείριση του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου. Συνεργάζεται συστηματικά με την ΈΩΣ- art σε σεμινάρια και μαθήματα θεάτρου. Δίδαξε στη Δραματική Σχολή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας Ιστορία θεάτρου και Φιλοσοφία. Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: «Η μπέμπα» του Δ. Τσεκούρα, «Η Μαρκησία ντε Σαντ» του Γιούκιο Μισίμα, «Τα μάγια της πεταλούδας» του Φ. Γ. Λόρκα, «Η Φθορά» του Δ. Τσεκούρα, «Τερματικός σταθμός» του Κ. Τζαμιώτη, «Μια εξαιρετικά απλή δουλειά» του Κ. Τζαμιώτη, «Εξόριστοι εις τας Αθήνας» βασισμένη στο μυθιστόρημα «κρίσις» του Αρκάδιου Λευκού, «Το δέντρο που αγαπούσε» της ομάδας ΒΙΔΑ, «ο Πύργος» του Φραντς Κάφκα, «Το τέλος της μικρής μας πόλης» βασισμένη στο διήγημα «Τάφος» του Δημήτρη Χατζή. Είναι σύμβουλος δραματουργίας και σταθερός συνεργάτης της ομάδας χορού “Creo”, Καλλιτεχνικός διευθυντής της Α.Μ.Κ.Ε. «ρέον» με την οποία έχει πραγματοποιήσει παραγωγές θεάτρου και σύγχρονου χορού, εκθέσεις ζωγραφικής και άλλες πολιτιστικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη με τους Δ. Γιαννακόπουλο, Β. Νικολαίδη, Α. Αντύπα και ως σχεδιαστής φωτισμών. Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε εκδόσεις (Ομοίωμα Δημοκρατίας εκδ. Εξάρχεια), προγράμματα παραστάσεων (Κ.Θ.Β.Ε., ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων κ.ά.), περιοδικά (Βαβυλωνία,Contact, City Vibes), εφημερίδες (Εφημερίδα των Συντακτών, Αυγή, Σύγχρονη Έκφραση, Ηπειρωτικός Αγώνας) και στο διαδίκτυο (TVXS) με θέμα την πολιτική, το θέατρο, τη ζωγραφική, το βιβλίο κ.α.. Είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Λόγου και Κριτικής «το έρμα» στο οποίο αρθρογραφεί.

Συντελεστές

Σκηνοθεσία- σκηνογραφία: Ορέστης Τάτσης
Τραγούδια-Μουσική σύνθεση – στίχοι: Θέμος Σκανδάμης
Διασκευή-στίχοι: Έλσα Ανδριανού
Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Άννια Μπούτνιοκ
Βοηθός Σκηνογράφου: Δώρα Νάτση
Βοηθός Ενδυματολόγου: Αφροδίτη Μήτση
Διεύθυνση- Οργάνωση παραγωγής: Χρήστος Χρήστου
Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης

Παίζουν:
Άρης Τσαμπαλίκας, Γιάννης Κοτσαρίνης, Στάθης Κόκκορης, Γιάννης Κοντός, Αντώνης Χρήστου, Βασίλης Λαγδάς

Παραστάσεις

Τετάρτη 19 Ιουλίου – Πρεμιέρα υπαίθριο θέατρο ΕΗΜ / Ιωάννινα
Παρασκευή 28 Ιουλίου – Πέραμα (Παραλίμνιο Πάρκο)

Τρίτη 1 Αυγούστου – Αρχαίο Όρραον
Τετάρτη 2 Αυγούστου – Κηποθέατρο Πρέβεζας
Πέμπτη 3 Αυγούστου – Παραμυθιά (Θέατρο Κατασκήνωσης)
Σάββατο 5 Αυγούστου – Μηλιωτάδες (Ζαγόρι)
Τετάρτη 9 Αυγούστου – Ηγουμενίτσα
Πέμπτη 10 Αυγούστου – Αμπελιά
Παρασκευή 11 Αυγούστου – Κήποι
Σάββατο 12 Αυγούστου – Παναγιά Καλαμπάκας
Κυριακή 13 Αυγούστου – Πλατανούσα
Δευτέρα 21 Αυγούστου – Δήμος Συκεών – Νεάπολης (Μερκούρεια) / Θεσσαλονίκη

[ad_2]

Source link